- ἰσορροπικά
- ἰσορροπ-ικά, τά, title ofA work on equilibrium by Archimedes.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Ισορροπικά — Ἰσορροπικά, τὰ (Α) [ίσόρροπος] τίτλος δύο συγγραμμάτων τού Αρχιμήδη περί ισορροπίας … Dictionary of Greek